ΣΤΑ   ΑΠΟΝΕΡΑ   ΤΩΝ   ΕΚΛΟΓΩΝ – ΚΟΜΜΑ   ΤΩΝ   ΤΟΥ   ΨΥΧΙΑΤΡΕΙΟΥ 

0

Γράφει ο Νίκος Μπακούρης

……κάτι    εμβόλιμον:

Ιδού   τί   ανουσιουργήματα  θα   έγραφε  σήμερα   εάν   ζούσε   ο   χρονογράφος –    διηγηματογράφος   του   περασμένου   αιώνος,  που   θα   μας   ηνάγκαζαν   να   τα   εξορκίσουμε   με   τον   απήγανον   και   ίσως   να   επέφεραν  και  την    αυτεπάγγελτη   δίωξη   του   Εισαγγελέως   κατά   του   γράφοντος:

<<Ο   ήλιος   ήτο   ως   δύο   καλαμιές   υψηλά,  όταν   φθάνουν   στη   Μελιγού,  στον   Μελιγιώτικο   ευκάλυπτο,  καταντίκρυ   των   καταστημάτων   των   κυρίων   Σπ.   Καρκούλη   και   Παν.   Κάρναβου,  όστις   ίσταται   ακόμη   εκεί   όρθιος   και   ευεργετεί   ανθοφορών   τους   καλοκαιρινούς   μήνες   τα   μελιτοφόρα   έντομα   και   επικονιαστές   των   καλλιεργειών,  τροφοδοτεί   τις  φρούδες   ελπίδες   όσων   ανησυχούν   και   προσπαθούν   να   αντισταθούν   στην   επερχομένη   καταστροφή   του   περιβάλλοντος   εξαιτίας   της   συντελούμενης   κλιματικής   αλλαγής,   πριν   ασυνείδητος   βάρβαρος   τη   ανοχή,  τη   ένοχει   συνεργεία   ή   πρωτοβουλία   εκείνων,  τους   οποίους   ο   πλέον   άτυχος   των   λαών   του   κόσμου   εκ   περιτροπής   εκλέγει   άρχοντας   και   προστάτας   του  -Ω !  Τι   βλασφημία!  Οποίον   λιβελλογράφημμα! –   ρίψη   ασπλάχνως   κάτω   το   περικαλλές   δένδρον   και   απογυμνώσει   το   τοπίον   του   μοναδικού   στολισμού   του.>>

……στο   προηγούμενο:

Συντετριμμένοι   οι   Στολοφουντωμιώτες  πληροφορούμαστε  τη  διάλυση  του  ιστορικού  κόμματος:  <<ΤΡΟΦΙΜΟΙ – ΦΙΛΟΙ   ΤΟΥ  ΨΥΧΙΑΤΡΕΙΟΥ>>.

*Τηλεγραφήμματα  συμπάθειας – στενοχώριας  ελείφθησαν  πολλών* γνωστικών  που  είναι  ‘’μέσα’’ και  των  έξωθεν  τρελλών.* Μια  ευχή  εκφράζουν  πάντες  επί  τη  ευκαιρία* ήγουν, πάς  Έλλην  κύριος  και  Ελληνίς  κυρία.* Αφού  πλεονάζει   αναμφισβήτητα  η  παραφροσύνη*  επιβάλλεται  η  ανασύστασις  του  κόμματος  ή  και  δεύτερον   να  γίνει.* Και  όχι  μόνον  δεύτερον, γιατί  και  όχι  τρίτον*  εδώ  στην  χώρα  των  Μουσών  στην  χώρα  των  Χαρίτων.*

Είναι  το  κόμμα  που  αγωνίζεται  για  την  νομιμότητα  ενάντια  στις  κοινωνικές  αδικίες  του  παρελθόντος.

Μνημονεύονται  τα  πλέον  προβεβλημένα  και  ιστορικά  στελέχη   του   κόμματος.

….στο  παρόν:

Πριν   κάποιος   ενταχθεί   στα   όργανα   του   κόμματος   ή   συμπεριληφθεί   στα   ψηφοδέλτια,  πρέπει   να   αποδείξει   πως   αξίζει   της   τιμής   αυτής,  αφού,  σε   αυτό   το   κόμμα   είναι   άγνωστη,  δεν   ισχύει   η   οικογενειοκρατία,  το   κληρονομικό   δίκαιο   και   η   Θεόθεν   εύνοια – εντολή.

Στην  audition,  αφού   παρουσιάζει   πρόταση   με   τριάντα   ή   και   περισσότερες   υπογραφές   μελών   του   κόμματος,  ο   προτεινόμενος   τη   βοηθεία   δύο   ακόμη   ατόμων   καλείται  ‘’λόγω   και   έργω’’  σε   μια   βασανιστική   διαδικασία  ερωτήσεων   και   πειστικών   απαντήσεων   να   υποστηρίξει   την   πρόταση,  ως   προείπαμε,  όπως   συμπεριληφθεί   στις   λίστες   ως   υποψήφιος   ή   μέλλος  οργάνου   του   κόμματος.

Και…κάποια   παραδείγματα:

Ο   αείμνηστος   Επαμεινώνδας,  για   χρόνια  πρόεδρος   του   κόμματος,  κάποτε,  πριν   την   ένταξή  του,  για   ώρες,  με   σκυμμένο   το   κεφάλι,   περιφέρεται   γύρω   από   τον   κορμό   της   ελιάς   του   γειτονικού   οικοπέδου,  καθώς   το   ζώο   περιφέρεται   γύρω   από   το   στοίχερο  του   αλωνιού   κατά   τον   αλωνισμό,  ψελλίζοντας   ασταμάτητα:  Λάγι΄ αρνί,  λάγι΄ αρνί,  λάγι΄ αρνί [λάγιο   αρνί – μαύρο   αρνί].

Τυγχάνει   να   διαβαίνει   από   το   διπλανό,  του   οικοπέδου   δρόμο,  ο   από   Καστριτοχώρια  Ηλ.   Σιούτος   με   τη   σύζυγό   του.  Σέρνει   πίσω   τους   από   το   καπιστρόσκοινο   το   φορτωμένο   μουλάρι   με   κάποιες   προμήθειες   και   στοιχειώδη  ‘’ανάχρεια’’,  αφού   είναι   εποχή   ελαιοσυλλογής,  θα  μείνουν  ‘’στα   χειμαδιά’’  κάποιες   εβδομάδες – μήνες,  θα   μαζέψουν   τις   ελιές   τους   και  ‘’θα   βάλουν   και   κανα   μεροκάματο.’’

Ο  Σύζυγος,  γνώστης   της   κατάστασης   του   Επαμεινώνδα,  σιωπηλός  προσπερνά   και   συνεχίζει   το   δρόμο   του.  Η  γυναίκα   του,  αφού   για    πρώτη   φορά   βλέπει  ‘’τον  αλωνίζοντα’’,  στέκεται   στην   άκρη   του   δρόμου,  λέει   <<καλημέρα>>,   και    δίχως   να   παίρνει   απάντηση    κοιτάζει   περίεργα:                                                                                                       –Ρε   Λιά,  ποιός   είναι   τούτος   ο   άνθρωπος   και   γιατι   ‘’φέρνει   φούρλες’’   γύρω   από   την   ελιά;                                                                                                                                                                 -΄Ελα  κοντά   μωρή!  Θέλει  πολύ  για  να  καταλάβεις   πως  άλλη   ‘’η   ζούρλια’’   του   Παμεινώντα   και   άλλη   του   Λιά   του   Σιούτου;   Κατάλαβες  τώρα;   Που   σε   τρώει   η   περιέργεια   και   όλα   θέλεις   να   τα   μαθαίνεις!

Η  εξεταστική   επιτροπή  του  κόμματος  πείθεται. ‘’ο   Παμεινώντας’’  παμψηφεί   και   μετά   πολλών   επαίνων   γίνεται   δεκτός   στα  κομματικά  όργανα.

΄Υστερα  από   μακροχρόνιους   αγώνες    θεσπίζεται   κάτι   το   πρωτοποριακό   για   τα   πολιτικά   δρώμενα  της  εποχής   ώστε  στις  λίστες   των   υποψηφίων   του   κόμματος   να   υπάρχει   και   ποσόστοση   συμμετοχής  γυναικών.  Σε   περίοπτη   θέση   φιγουράρει   το   όνομα   της   Θεοφανούς  [Δυοφάνη   κατά   το   λαϊκό].

Η   Δυοφάνη,  κάποτε,   ηλικιακά   περπατά   την   εφηβεία   της   ζωής   της,  νοητικά,  όμως,  ακόμη   βρίσκεται   σε   αυτή   ενός   παιδιού   της   προσχολικής   ηλικίας.  Επόμενο   είναι,  να   μην   φοιτά   σε   Σχολείο,  να   μην   υπάρχει   προοπτική   παντρειάς  και   να   μην   μπορεί   να   φέρει   εις    πέρας,  δεν   της   αναθέτουν,   καμιά   από   τις    πάμπολλες,  μέσα   και   έξω,   ασχολίες   ενός   αγροτικού   σπιτιού.

Κάποια   στιγμή   τα   αδέλφια   της   δημιουργούν   ο   καθένας   τη   δική   του   οικογένεια   και   παίρνει   το   δρόμο   του.  Η   αδελφή   γίνεται  ‘’ το   μήλο   της   έριδος’’,  ποιόν   αδελφό   θα   ακολουθήσει – ποιός   θα   την   πάρει   στην   κατοικία   του [υπάρχει   σκέψη   να   εφαρμοσθεί   η   Σολομώντεια  λύση],  αφού   την   ακολουθεί   και   ένα   από   τα   ίσα   μερίδια  στα   οποία   διανεμεται   η   πατρική,   κτηματική   περιουσία,  η   στάνη   από   γιδοπρόβατα, ‘’τα   χρήματα  στην   άκρη’’,  μη   εξαιρουμένης   και   της   πατρικής   κατοικίας.

Καθήμενη   η   Δυοφάνη   στην   αυλή   του   σπιτιού,  με   απλοϊκό   τρόπο   συζητά   φευγαλέα   με   τους   διερχόμενους   στον   παρακείμενο   δρόμο.  Κάποιες   φορές   αστειεύεται   ή   και   ειρωνεύεται,  βέβαια,  όχι   με   φράσεις   επινοήματα   δικά   της,   αλλά    αυτά   που   ακούει   και   αντιγραφει    από  ‘’τους   μοσχόμαγκες’’  του   χωριού.

Είναι   απομεσήμερο.  Η   γιαγιά   μου   η   Σοφιά,  σέρνοντας   με   το   καπιστρόσκοινο   το   γαϊδούρι   επιστρέφει   από   το   παζάρι,  όπου   εμπορεύεται – πουλά   ένα   φορτίο   βίκο.  Βλέποντάς   την   η   Δυοφάνη,  με   στεντόρεια   φωνή   της   απευθύνει   ερωτήσεις:                  — Θεια – Νικόλαινα,  έ,  θεια – Νικόλαινα!  Σερνικός   είναι   ο   γάιδαρός   σου,  που   σουφρώνει   και   τεντώνει,  που   σουφρώνει   και   τεντώνει;  Και,  συγχρώνως,  με   κινήσεις   του   χεριού   μιμείται   τις   κινήσεις   ενός   ερεθισμένου   αρσενικού   γαϊδουριού   σε   κατάσταση   γενετήσιας   ορμής.

Η  εξεταστική  επιτροπή   του   κόμματος   πείθεται. ‘’Η   Διοφάνη’’  παμψηφεί   και   μετά  πολλών   επαίνων   γίνεται   δεκτή   στα  όργανα  του  κόμματος.

΄Αρρηκτα,  επίσης,   είναι   συνδεδεμένη   με  το   κόμμα   η   ζωή   του   Αγγελούδη.  Υπηρετεί   το   κόμμα   για  πολλά   χρόνια   και   από   διάφορα   αξιώματα.

Κάποτε,  το   χωριό,  πρωινές   ώρες,   κηδεύει   τον   Κ.   Καλατζή.  Ο   νεκρός   τη   στιγμή   του   θανάτου   του   ούτε   νέος   μπορεί   να   χαρακτηρισθεί,  αλλά   ούτε   και   γέρος,  είναι   σε   μέση   ηλικία.

΄Υστερα   από   την   ταφή,  συγγενείς   και   γείτονες   πραγματοποιούν   επίσκεψη   παρηγοριάς   στο   σπίτι    του   αποθανόντος   Κ.  Καλατζή.  Ο   γείτονας   Αγγελούδης,  βλέποντας   τον   οδυρμό   της   χήρας   και   τις   επικλήσεις    για   το   νεκρό   σύζυγό   της,  την   παρηγορεί:                                                                                                                                                             – Σώ….σώ…,Σταθία,  και   μην   κλαίς!  Εγώ   θα   πάω   και   θα   σου   τον   φέρω   τον   Κώστα  σου   πίσω!   Κανείς   από   τους   παρισταμένους   δεν   παίρνει   στα   σοβαρά   τα   παρηγορητικά   λόγια   του   Αγγελέτου.

Από   το   Μαγουλιανέικο   σπίτι   με   την   απέραντη   θέα   όλης   της   περιοχής,  κάποιος   αγναντεύει   και   το   Νεκροταφείο   της   Ενορίας   φαντάζει   σαν   ταψί   μπρος   από   τα   πόδια   του.

Είναι   απομεσήμερο. ΄Εκπληκτοι   οι   καθήμενοι  ‘’στην   ταράτσα’’   του  παραπάνω   σπιτιού   βλέπουν   τον   Αγγελέτο   στο   Νεκροταφείο,  και   με  το   φτυάρι   μετακινεί   τα   χώματα   στον   νιοσκαμμένο   τάφο….τηρώντας   κατά   γράμμα   την   υπόσχεση   που   δίνει   στη   χήρα   του   αποθανόντος.

<<Κοιτάξτε… κοιτάξτε…!  Ο  Αγγελέτος   ξεχώνει   τον   Κώστα   τον   Καλατζή>>  ενημερώνει   ο   ένας   τον   άλλον,  και   συγχρόνως  ‘’του   βάζουν   τις   φωνές’’:                                                               – Αγγελή,  ρε   τι   κάνεις   εκεί;   Τι   πράματα   είναι   αυτά;  ΄Ασε   τον   άνθρωπο   στην…ησυχία   του!  Ταυτόχρονα,  με   το   τηλέφωνο   ειδοποιούν   τον   αδελφό   του   νεκρού   για   το   γεγονός   στο   Νεκροταφείο.  Δύο – τρείς   σπεύδουν,  βρίσκουν   τον   καταϊδρωμένο  ‘’ τυμβωρύχο’’  στον   μισοσκαμμένο   τάφο   και   προλαμβάνουν   στο ….να   επιστρέψει,  να   ξαναβρεθεί   ο   νεκρός   στο   σπίτι   του.

Η  εξεταστική  επιτροπή  του  κόμματος  πείθεται. Ο  Αγγελής  παμψηφεί  και  μετά  πολλών  επαίνων  γίνεται  δεκτός  στα  όργανα  του  κόμματος.

Κατά   γενικήν   ομολογία  στο  πρώην   ήρεμο   χωριό   μου  τώρα   επικρατεί   αναστάτωση.   Η   παραπάνω   είδηση,  πολιτικού   περιεχομένου – διάλυσης   του   ιστορικού   κόμματος   φέρνει   τα   πάνω   κάτω  [τραυματικό   είναι  το   σοκ,  γι΄ αυτό   και   η   επανάληψη   των   συμπτωμάτων].  Οι   περισσότεροι   των   κατοίκων   ζητάμε   ψυχολογική   υποστήριξη,  αφού:  επηρεαστήκαμε   από   την   ανησυχία    με   αποτέλεσμα   να   παρουσιάζουμε   υπερδιεγέρσεις,  διαταραχές   ύπνου,  αύξηση   της   ψυχοπαθολογίας   των   προβλημάτων   υγείας,  ψυχοκοινωνικές  δυσλειτουργίες,  έως   και   τάσεις   αυτοκαταστροφής.

Για   επιστροφή   της   ζωής   σε   κανονικούς   ρυθμούς,  αναθέτουμε   τις   ελπίδες   μας   στο   χρόνο   που    γιατρεύει   τα   πάντα.

10/ετία   του  1890. Κυνουρία   και  Αχλαδόκαμπος   ”μάρνανται”  για  το  σιδηροδρομικό  δίκτυο….στο  επόμενο,  αν   θέλει  ο  Θεός   και…οι   άνθρωποι.

Νικ.   Μπακούρης

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ